φυλακεῖον

φυλακεῖον
φυλακεῖον
post
neut nom/voc/acc sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • φυλακεῖα — φυλακεῖον post neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλακείοις — φυλακεῖον post neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλακείου — φυλακεῖον post neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλακείων — φυλακεῖον post neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φυλακείο — το / φυλακεῑον, ΜΑ [φύλαξ, ακος] κτήριο στο οποίο διαμένουν οι άνδρες τής φρουράς μσν. ύφασμα που χρησιμοποιούσαν οι γυναίκες κατά την εμμηνορρυσία αρχ. το σύνολο τών φρουρών, η φρουρά …   Dictionary of Greek

  • φύλακας — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 30 μ.), στην πρώην επαρχία Κομοτηνής, του νομού Ροδόπης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θρυλορίου. * * * ο / φύλαξ ακος, ΝΜΑ αυτός που φυλάγει, που φρουρεί κάτι, που έχει τοποθετηθεί για να προστατεύει κάτι (α. «οι δύο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”